από ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ


Σ' εκείνη τη μακρινή περίοδο της ζωής μου ένιωσα τα πρώτα καλέσματα του δαίμονα της τέχνης. Αισθανόμουν μεγάλη χαρά να ξεπατικώνω διάφορες ζωγραφιές τοποθετώντας πάνω στο τζάμι του παραθύρου τη ζωγραφιά μ' ένα φύλλο χαρτιού από πάνω. Έμενα κατάπληκτος και ένιωθα μεγάλη συγκίνηση κάθε φορά που έβλεπα να παρουσιάζονται στο χαρτί τα ακριβή περιγράμματα της ζωγραφιάς εκείνης που τόσο θαύμαζα, αλλά το πάθος μου, χαρακτηριστικό για έναν καλλιτέχνη στα πρώτα του βήματα σαν κι εμένα, δεν έβρισκε ικανοποίηση: ήθελα να αντιγράφω τη ζωγραφιά χωρίς να την ξεπατικώνω.

Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος του δέκατου ένατου αιώνα. Ήταν μηχανικός και συγχρόνως άρχοντας από άλλες εποχές. Θαρραλέος, έντιμος, εργατικός, έξυπνος και καλός. Είχε σπουδάσει στη Φλωρεντία και στο Τορίνο και από μια ολόκληρη πολυμελή οικογένεια ευγενών ήταν ο μόνος που είχε θελήσει να εργαστεί. Όπως πολλοί άνθρωποι του δέκατου ένατου αιώνα διέθετε ποικίλες ικανότητες και αρετές. Ήταν άριστος μηχανικός, έγραφε με ωραιότατους χαρακτήρες, σχεδίαζε, είχε πολύ καλό αυτί για τη μουσική, ήταν παρατηρητικός και δηκτικός, μισούσε την αδικία, αγαπούσε τα ζώα, συμπεριφερόταν υπεροπτικά στους πλούσιους και τους ισχυρούς και ήταν πάντα έτοιμος να υπερασπιστεί και να βοηθήσει τους πιο αδύνατους και φτωχούς. Ήταν επίσης έξοχος ιππέας και είχε μονομαχήσει μερικές φορές με πιστόλι. Η μητέρα μου φύλαγε μια σφαίρα από πιστόλι, ντυμένη με χρυσό, που είχαν αφαιρέσει από το δεξιό μηρό τού πατέρα μου μετά από μια τέτοια μονομαχία.

[....] Μετά την οικία Βούρου πήγαμε να μείνουμε σ' ένα άλλο σπίτι, στου Γουναράκη. Ήταν μια έπαυλη νεοκλασικού ρυθμού με ωραίο κήπο στον οποίο υπήρχε ένας ευκάλυπτος. Ο πατέρας μου έλειπε συχνά, γιατί πήγαινε στον Βόλο, την κωμόπολη όπου γεννήθηκα, όπου επέβλεπε και διηύθυνε την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής που προχωρούσε στο εσωτερικό της Θεσσαλίας. Οι αναμνήσεις της ζωής μου στην οικία Γουναράκη είναι πολύ αόριστες. Από τα βορινά παράθυρα το βλέμμα πλανιόταν μακριά, μέχρι μια οροσειρά που το χειμώνα σκεπαζόταν με χιόνια κι απ' όπου κατέβαινε ένας ψυχρός άνεμος που πάγωνε το σπίτι.

[....] Στην οικία Γουναράκη μείναμε για λίγο καιρό.Ο πατέρας μου έπρεπε να μείνει στον Βόλο για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, γιατί μια άλλη διακλάδωση της σιδηροδρομικής γραμμής κατασκευαζόταν κατά μήκος των βουνών που απλώνονται στα ανατολικά της πόλης. Τότε, με όλα μας τα έπιπλα, τα μπαούλα και τις βαλίτσες, ξεκινήσαμε για την πόλη των Αργοναυτών, πάνω σ' ένα ατμόπλοιο που σάλπαρε από τον Πειραιά.
Στο μεταξύ μεγάλωνα. Η περιέργειά μου και η προσοχή με την οποία παρακολουθούσα το θέατρο της ζωής μεγάλωνε. Στον Βόλο ο πατέρας μου, ζήτησε από ένα νεαρό υπάλληλο των σιδηροδρόμων να μου παραδίδει μαθήματα σχεδίου. Ο πρώτος αυτός δάσκαλός μου λεγόταν Μαυρουδής κι ήταν Έλληνας από την Τεργέστη που μιλούσε λίγο τα ιταλικά με προφορά βενετσιάνικη. Σχεδίαζε θαυμάσια.
[....] Το ψάρεμα ήταν για μένα μια μεγάλη χαρά. Σίγουρα όλες εκείνες οι μοναδικές θεαματικές ομορφιές που είδα στην Ελλάδα παιδί και που υπήρξαν ό,τι ωραιότερο είδα μέχρι σήμερα στη ζωή μου με εντυπωσίασαν τόσο βαθιά, έμειναν τόσο ισχυρά χαραγμένες μέσα στην ψυχή και στη σκέψη μου, επειδή εγώ είμαι ένας άνθρωπος ξεχωριστός, που όλα τα αισθάνεται και τα καταλαβαίνει εκατό φορές πιο έντονα από τους άλλους.
Για να πάμε για ψάρεμα, σηκωνόμασταν πολύ πρωί και, όταν μπαίναμε στη βάρκα που θα μας πήγαινε στ' ανοιχτά, στη μέση του κόλπου, ξημέρωνε ακόμα. Η θάλασσα ήταν καθρέφτης- ποτέ ξανά σε άλλες χώρες δεν είδα έναν τόσο όμορφο υδάτινο καθρέφτη. Κάθε τόσο, πάνω σ' εκείνη τη λαμπερή επιφάνεια, κάποιο ψάρι, κάποιος θεϊκός κέφαλος, έκανε ένα πήδημα έξω απ' το νερό.
Μετά από τόσα χρόνια ξαναβλέπω αυτό το θέαμα όπως το έβλεπα τότε, αλλά, αν ήθελα να το περιγράψω με ακρίβεια, να το παρουσιάσω με την πένα, το μολύβι ή το πινέλο, δεν θα τα κατάφερνα καθόλου.
Giorgio de Chirico (1888-1978)
Εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο, άξιζε την αναδημοσίευση!
ΑπάντησηΔιαγραφή... Ο συντοπίτης μου μεγάλος ζωγράφος... Υπάρχει στο Βόλο προς τιμήν του η αίθουσα "Ντε Κίρικο"... Να προσθέσω ότι ο πατέρα του ήταν ο υπεύθυνος μηχανικός για την κατασκευή της σιδηριδρομικής γραμμής και μας άφησε ένα υπέροχο νεοκλασικό κτίριο, αυτό του σιδηροδρομικού σταθμού του Βόλου!
ΑπάντησηΔιαγραφή